Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΣΥΡΙΖΑ: Νέα «βέλη» στη «φαρέτρα» με στόχο τη λαϊκή συνείδηση



ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Κυριακή 11 Οχτώβρη 2015
Καθώς η κυβέρνηση ανεβάζει «στροφές» στην κατεύθυνση υλοποίησης των αντιλαϊκών μέτρων του τρίτου μνημονίου, κλιμακώνει και την προπαγάνδα που είναι απαραίτητη ώστε να κατευνάσει τις αντιδράσεις, να αμβλύνει τη δυσαρέσκεια και να ανακόψει τις αγωνιστικές διαθέσεις, χειραγωγώντας λαϊκές δυνάμεις στην πολιτική υπέρ του κεφαλαίου.
Η προπαγάνδα της «ξετυλίγεται» γύρω από τέσσερις βασικούς άξονες, δίχως να λείπουν κι άλλοι επιμέρους: 
Οτι ο λαός ήξερε και ενέκρινε με την ψήφο του την κυβερνητική πολιτική.
Οτι η διαπραγμάτευση συνεχίζεται στα ζητήματα που έμειναν ανοιχτά. 
Οτι στόχος της κυβέρνησης είναι η επιστροφή στην ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο. Τελευταίος, ο γνωστός απ' τα παλιά στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ άξονας της αντινεοφιλελεύθερης ρητορικής.  
Ας τους πάρουμε έναν έναν.

«Ο λαός τα ήξερε όλα, είχαμε ανοιχτά χαρτιά»
Κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων στη Βουλή, ο Αλ. Τσίπρας ισχυρίστηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές με «ανοιχτά χαρτιά», έχοντας ενημερώσει δηλαδή το λαό για την πολιτική που θα ακολουθούσε. Τον ισχυρισμό υπερασπίστηκε τις επόμενες μέρες ουκ ολίγες φορές η κυβερνητική εκπρόσωπος. Σε μία απ' τις παρεμβάσεις της υποστήριξε: «Η αλήθεια είναι ότι πραγματικά αυτή τη φορά οι Ελληνες πολίτες ψήφισαν με γνώση (...) ξέρουν οι πολίτες ότι δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Και αυτό το ήξεραν, όταν ψήφισαν (...) Επομένως, αυτά είναι σε πλήρη γνώση και ο λαός ψήφισε ποιον εμπιστεύεται να διαπραγματευτεί και ποιος θα υλοποιήσει με το ελάχιστο δυνατό κόστος αυτή τη συμφωνία».
Είναι προφανές πού στοχεύει το κυβερνητικό επιτελείο. Στη δημιουργία αισθημάτων συνενοχής στο λαό, ώστε να νιώσει συνυπεύθυνος για την πολιτική που τον τσακίζει, αφού υποτίθεται ότι την ενέκρινε με την ψήφο του, και άρα να «καταπιεί» τη δικαιολογημένη αγανάκτησή του, να μη διανοηθεί να την εκφράσει με όρους κινήματος, συμμετοχής στην οργάνωση και ανάπτυξη της πάλης που θα κατευθυνθεί ενάντια σε παλιά και νέα αντιλαϊκά μέτρα, διεκδικώντας ανάκτηση απωλειών, μέτρα ανακούφισης της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Δεν είναι καινούργιο το «κολπάκι» αυτό. Ποιος δεν θυμάται το περιβόητο «μαζί τα φάγαμε» του ΠΑΣΟΚ και του Πάγκαλου; Αν πείσεις το λαό ότι συμμετείχε στο φαγοπότι, πώς να αρνηθεί μετά να πληρώσει το λογαριασμό;
Η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς έτσι. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την πλειοψηφία στη Βουλή έχοντας υφαρπάξει με άλλα τεχνάσματα τη λαϊκή ψήφο, καλλιεργώντας αυταπάτες και λογικές μικρότερου κακού και μονοδρόμων, μοιράζοντας κάλπικες υποσχέσεις, αλλού εκβιάζοντας κ.λπ.
Η ευθύνη του λαού δεν είναι να αποδεχτεί μοιρολατρικά τη νέα λαίλαπα σε βάρος των δικαιωμάτων του, έστω κι αν στην κάλπη στήριξε τα κόμματα που την εξαπολύουν. Η ευθύνη του, απέναντι στα παιδιά του κυρίως, είναι να οργανώσει την αντίστασή του, την αντεπίθεσή του.
«Η διαπραγμάτευση συνεχίζεται στα ανοιχτά ζητήματα»
Αν πάρει κανείς τοις μετρητοίς τους κυβερνητικούς παράγοντες, το τρίτο μνημόνιο δεν υφίσταται, καθώς όλα τα κρίσιμα για τη ζωή του λαού ζητήματα είναι «ανοιχτά» προς συζήτηση με την τρόικα. Προχτές η Ολγα Γεροβασίλη ισχυρίστηκε, αναφερόμενη στο Ασφαλιστικό: «Είναι ένα ακόμα ζήτημα προς διαπραγμάτευση, ένα από τα ανοιχτά ζητήματα και ήταν και ένα κέρδος της συμφωνίας αυτό».
Λίγες μέρες πριν ο Π. Σκουρλέτης έλεγε: «Πολλά κρίσιμα ζητήματα είναι ανοιχτά, από τις εργασιακές σχέσεις μέχρι τα κόκκινα δάνεια».
Ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας, απευθυνόμενος στους αγρότες του θεσσαλικού κάμπου, ισχυρίστηκε: «Γνωρίζουμε τα προβλήματα και θα δώσουμε λύσεις (...) Με την επιμονή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, καταφέραμε και αφήσαμε ανοιχτή τη διαπραγμάτευση για την ενίσχυση του αγροτικού κόσμου», ενώ στην πρώτη συνεδρίαση του κυβερνητικού συμβουλίου είπε: «Ακόμα δεν έχει οριστικά καταληχθεί η εφαρμοστέα πολιτική, θα δώσουμε τη μάχη με σχέδιο και προτάσεις, ώστε να διατηρήσουμε το έδαφος που κερδίσαμε στη διαπραγμάτευση και το τελικό αποτέλεσμα να είναι προς όφελος του ελληνικού λαού».
Είναι παραπάνω από φανερό ότι προσπαθούν με αυταπάτες να κερδίσουν χρόνο για την υλοποίηση των ανατροπών που έχει ανάγκη το κεφάλαιο και που ισοπεδώνουν τα δικαιώματα του λαού. Τα χοντροκομμένα ψέματά τους καταρρέουν σαν πύργος από τραπουλόχαρτα υπό το βάρος της πραγματικότητας: Η πρόταση της κυβέρνησης για το θέμα των κόκκινων δανείων αφορά κυρίως στα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, που είναι κι ο μεγάλος βραχνάς των τραπεζών. Για τα λαϊκά νοικοκυριά προβλέπει την επιβολή... «ατομικών μνημονίων» ανά οφειλέτη, με στόχο την καταβολή των μέγιστων δυνατών δόσεων. Σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, το μνημόνιο ανοίγει το δρόμο σε νέο σμπαράλιασμά τους και σε λήψη πρόσθετων μέτρων που σχετίζονται με τις ομαδικές απολύσεις, τη συνδικαλιστική δράση κ.λπ. Οσο για το Ασφαλιστικό, επίκεινται σαρωτικές ανατροπές, που άρχισαν με νέο μαχαίρι στις συντάξεις, πρόσθετο στα παλιά, ύψους 1,8 δισ. ευρώ το χρόνο συνολικά.
Σχετικά με τους αγρότες τα λεγόμενά τους ισοδυναμούν με μεγάλη πρόκληση, αφού τα μέτρα που παίρνουν δίνουν στη φτωχή και μεσαία αγροτιά τη χαριστική βολή. Στις προγραμματικές δηλώσεις, π.χ., ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας επανέλαβε τα σχέδια της κυβέρνησης για ενίσχυση των «κατ' επάγγελμα αγροτών», τους οποίους θα πριμοδοτήσει με φορολογικά και άλλα κίνητρα, προμηνύοντας την ταχύτερη «εξαΰλωσή» τους.
Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό. Συνήθως οι κυβερνητικοί παράγοντες στα ανοιχτά θέματα της διαπραγμάτευσης συμπεριλαμβάνουν την απομείωση του χρέους, συνοδεύοντας την αξίωση αυτή με αυταπάτες στο λαό ότι έχει λαμβάνειν αν κάτι τέτοιο προχωρήσει. Πρόκειται για τερατώδες ψέμα. Η διευθέτηση του χρέους καίει την ντόπια αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι για τη στήριξη της επενδυτικής της δραστηριότητας. Εάν και εφόσον συμβεί, όχι μόνο δεν θα αναιρέσει ούτε μισό απ' τα βάρη που κουβαλάει ο λαός, αλλά θα του προσθέσει κι άλλα, όπως αποδείχτηκε ήδη με το PSI. Αν δοθεί ρύθμιση του χρέους, το αντάλλαγμα θα είναι νέο πακέτο αντιλαϊκών μέτρων για να ισοφαρίσουν τη χασούρα και για να πιάσουν τόπο τα ποσά που θα περισσέψουν σε ένα επενδυτικό περιβάλλον «γόνιμο», αποψιλωμένο δηλαδή από εργασιακά, ασφαλιστικά και άλλα δικαιώματα των εργαζομένων.
«Στόχος η ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο»
«Στο τέλος της τετραετίας να υπάρχει μια Ελλάδα που θα έχει βγει από την κρίση, θα έχει επιστρέψει σε μια ανάπτυξη, με κοινωνικό όμως πρόσημο», αυτό έθεσε ως στόχο της κυβέρνησής του ο Αλ. Τσίπρας, παρουσιάζοντας τις προγραμματικές της δηλώσεις στη Βουλή.
Μπορεί η καπιταλιστική ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο να συνιστά αντίφαση εν τοις όροις, αλλά το ...εφεύρημα βοηθά την κυβέρνηση να συντηρεί την αυταπάτη του εξανθρωπισμένου καπιταλισμού, που οδηγεί συνειρμικά στην απόρριψη ως αχρείαστης της πάλης για την ανατροπή του, αφού είναι τάχα δυνατή η μετάλλαξή του μέσω της διαχείρισης. Αυτή κι αν είναι υπηρεσία που ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε και προσφέρει σ' αυτό το βάρβαρο σύστημα.
Πώς γίνεται η ανάπτυξη που στηρίζεται στο αδηφάγο κεφάλαιο, στην τάξη που κυνηγά λυσσαλέα το κέρδος και το βγάζει απ' την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, να έχει κοινωνικό πρόσημο; Δεν γίνεται. Γιατί καπιταλιστικό κέρδος σημαίνει αντικειμενικά ένταση της εκμετάλλευσης. Αυτό άλλωστε αποδεικνύει και η διεθνής πείρα όσον αφορά τα κράτη που ξεπέρασαν την κρίση και πέρασαν στην ανάκαμψη. Η καπιταλιστική ανάκαμψη δεν συνοδεύτηκε με ανάκαμψη δικαιωμάτων και κατακτήσεων, αλλά ούτε με θεαματική αντιμετώπιση της μεγάλης ανεργίας, όσο κι αν αυτή κουκουλώθηκε μέσα από τα διάφορα προγράμματα μοιράσματός της με προσωρινές θέσεις εργασίας και ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Η κυβέρνηση δεν υπερασπίζεται απλά τον καπιταλισμό, εξωραΐζοντάς τον στα μάτια του λαού. Θέλει να βάλει τον ίδιο το λαό να υπερασπίζεται το σύστημα που τον καταληστεύει. Να τον κάνει να παραιτηθεί ακόμα κι απ' την πάλη για κάλυψη των αναγκών του εν αναμονή - μάταια - της ανάπτυξης, που θα ωφελήσει τάχα και τον ίδιο. Ανάπτυξη βεβαίως υπήρξε πριν από την κρίση, αλλά συνοδευόταν από κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής. Ανάπτυξη θα υπάρξει και μετά την κρίση, αλλά θα διατηρήσει τα αντιλαϊκά μέτρα, αφού σ' αυτά θα βασίζεται, ενώ ταυτόχρονα θα κυοφορεί νέο, πιο δυνατό, κύκλο καπιταλιστικής κρίσης.
Τίποτα απ' αυτά βεβαίως δεν υπάρχει στα κηρύγματα περί «ανάπτυξης με κοινωνικό πρόσημο». Οι κήρυκες μοιράζουν ακάλυπτες επιταγές στο λαό, υποσχόμενοι εξαργύρωση μετά το πέρας της κρίσης. Οταν, τότε, διαπιστωθεί η απάτη, θα είναι αργά, αφού ο λαός θα βρίσκεται συνολικά σε πολύ χειρότερη θέση σε ό,τι αφορά στη δυνατότητά του να βάλει φραγμό στην αντιλαϊκή πολιτική, να διαμορφώσει όρους ανατροπής της.
Ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσωπο μπορεί να υπάρξει όταν ο λαός θα ανατρέψει την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και θα κοινωνικοποιήσει τα μονοπώλια, κάνοντας κτήμα του τον πλούτο που παράγει.
Και το «κερασάκι» του «αντινεοφιλελευθερισμού»
Στην πρώτη συνεδρίαση του κυβερνητικού συμβουλίου ο Αλ. Τσίπρας κατήγγειλε τη «νεοφιλελεύθερη συνταγή που θέλει να θεμελιώσει την όποια οικονομική ανάπτυξη πάνω σε κοινωνικά ερείπια, πάνω στη διάλυση της αγοράς εργασίας, την εξαφάνιση της μικρής παραγωγής, εμείς εισηγούμαστε (...) να μπει η πολιτική στο τιμόνι, ώστε (...) να μπουν οι βάσεις για ένα νέο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο (...) ώστε να στηριχτεί η ανταγωνιστικότητα και άρα η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας».
Η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ ανασύρουν απ' το ράφι το «παραμύθι» του «αντινεοφιλελευθερισμού», που το έχουν μάθει νεράκι απ' την πολλή χρήση. Το αφηγούνται μάλιστα στο λαό την ώρα που εφαρμόζουν τέτοια πολιτική διαχείρισης, όπως αυτή αποτυπώνεται στο τρίτο μνημόνιο που φέρει φαρδιά - πλατιά την υπογραφή τους. Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα, για την κρίση φταίει ο νεοφιλελευθερισμός, για τα αντιλαϊκά μέτρα οι «ιδεοληπτικές εμμονές των ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού» κ.λπ. κ.λπ.
Εν ολίγοις, ο νεοφιλελευθερισμός φταίει ως και για το προπατορικό αμάρτημα, αλλά όχι ο καπιταλισμός. Η μορφή διαχείρισης του συστήματος και όχι το ίδιο το σύστημα, στου οποίου τις ανάγκες αυτή ανταποκρίνεται.
Στην πραγματικότητα, ως νεοφιλελευθερισμό ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση αφορίζουν τη σημερινή περιοριστική πολιτική, αξιώνοντας χαλάρωσή της ώστε να βοηθηθεί η ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας. Σε ό,τι αφορά τα αντιλαϊκά μέτρα, γνωρίζουν καλά πως αυτά δεν επηρεάζονται από αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης, παραμένουν αναλλοίωτα και διαρκώς ογκούμενα. Ούτε μία στιγμή άλλωστε η κυβέρνηση δεν αποκήρυξε τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, αντιθέτως διαβεβαιώνει για την αποφασιστικότητά της να τις φτάσει μέχρι τέλους. Αυτές άλλωστε δεν είναι το αποτέλεσμα μιας συγκυριακής κυριαρχίας των όποιων νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, αλλά συνιστούν απάντηση στις εσωτερικές ανάγκες του καπιταλισμού. Γι' αυτό και η πολιτική αυτή εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες, με τη μια ή την άλλη μορφή, απ' όλες τις κυβερνήσεις των καπιταλιστικών κρατών.
Πάνω σ' αυτή τη βάση ο Αλ. Τσίπρας εισηγείται «αντινεοφιλελεύθερα μέτωπα», απευθυνόμενος αφενός στο πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης, που θέλει να υπηρετήσει πιο ενεργά την επιδίωξή της για ανάκαμψη κερδών, κυρίως στη σοσιαλδημοκρατία, αφετέρου στο λαό υποδεικνύοντάς του νέα «σκιάχτρα» για αντίπαλο, βγάζοντας τον πραγματικό απ' το κάδρο. Οι «αντινεοφιλελεύθερες» κυβερνήσεις, διαχειρίσεις κ.λπ., δεν απάλλαξαν κανένα λαό απ' τα βάσανά του. Παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις, εφάρμοσαν πολιτική στα μέτρα του κεφαλαίου, αφού ο καπιταλισμός και οι νομοτέλειές του δεν καταργούνται με πολιτικές αποφάσεις και διατάγματα, ακόμα κι αν υπήρχε τέτοια πρόθεση.
Η «αντινεοφιλελεύθερη» πολιτική διεξόδου αποδείχθηκε από όλη την πείρα προηγούμενων δεκαετιών στην καλύτερη περίπτωση μια αυταπάτη, εφάμιλλη του «καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», που εμποδίζει τη ριζοσπαστικοποίηση συνειδήσεων.

Β.Ν.